ΤΟΜΠ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ΤΟΜΠ <  : Τεθωρακισμένο Όχημα Μεταφοράς Προσωπικού.

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

Τ.Ο.Μ.Π. ουδέτερο άκλιτο αρκτικόλεξο