άμα τη εμφανίσει
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- άμα τη εμφανίσει < καθαρεύουσα ἅμα τῇ ἐμφανίσει < → δείτε ἅμα (συγχρόνως) και στη δοτική τῇ ἐμφανίσει (του ἐμφάνισις) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Έκφραση[επεξεργασία]
άμα τη εμφανίσει
- (λόγιο) μόλις εμφανιστεί ή μόλις εμφανίστηκε.
- ↪ Άμα τη εμφανίσει του ο υπουργός, πήρε το λόγο.
- ↪ Στα παλιά χαρτονομίσματα που αντιστοιχούσαν σε χρυσό, αναγραφόταν το «πληρωτέον άμα τη εμφανίσει», δηλαδή, η τράπεζα θα σου δώσει το χρυσό, μόλις εμφανίσεις (παραδώσεις) το χαρτονόμισμα στην τράπεζα