ακτινοθεραπευτικές
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ακτινοθεραπευτικές
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ακτινοθεραπευτικός
ακτινοθεραπευτικές