αποθαρρύνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀποθαρρύνομαι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.po.θaˈɾi.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πο‐θαρ‐ρύ‐νο‐μαι

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

αποθαρρύνομαι