απολήξεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
απολήξεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απολήγω
- θα απολήξεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απολήγω
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
απολήξεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του απόληξη