αυτοδικαίως

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοδικαίως < αυτοδίκαιος + -ως

Επίρρημα[επεξεργασία]

αυτοδικαίως

Μεταφράσεις[επεξεργασία]