βακχικά
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]βακχικά
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Βάκχος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βακχικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]βακχικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βακχικό