γιάιντα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Κρητικά (el-crt)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Σύνδεσμος
[επεξεργασία]γιάιντα
- γιατί
- ※ Αυτός είναι σπουδαγμένος, βέβαια, μόνο έχει ένα κακό χούι: βάνει τα χέρια ντου στσοι ζέπες όντε κουβεντιάζει και τουτονά δε μ’ αρέσει, γιάιντα το κάνει δε γατέχω…ίντα κατέχω δα γω, κατέχω δα γω;.
- κρητική εφημερίδα[1]
- ※ Μα πήγα ‘γω και στο γιαλό επήγα και στη Μάντρα
κι εκλαίγανε τα πρόβατα μα δεν κατέχω γιάηντα.- Στίχος τραγουδιού, Του Μανώλη, Μοιρολόγια, Λουδοβίκος των Ανωγείων[2]
- ※ Αυτός είναι σπουδαγμένος, βέβαια, μόνο έχει ένα κακό χούι: βάνει τα χέρια ντου στσοι ζέπες όντε κουβεντιάζει και τουτονά δε μ’ αρέσει, γιάιντα το κάνει δε γατέχω…ίντα κατέχω δα γω, κατέχω δα γω;.
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γιάιντα
→ δείτε τη λέξη γιατί |