δένω τον γάιδαρό μου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δένω τον γάιδαρό μου < λείπει η ετυμολογία

Έκφραση[επεξεργασία]

δένω τον γάιδαρό μου

  1. (ειρωνικό) έχω λάβει τα μέτρα μου, δηλ. συμπεριφέρομαι σαν να έχω προνοήσει για κάτι, ενώ, στην ουσία, δεν κάνω τίποτα
  2. (κατ’ επέκταση) αδιαφορώ για ένα ζήτημα ή ανάγκη προκειμένου να αποφύγω να κάνω κάτι γι' αυτό δια της απουσίας μου ή κρυβόμενος πίσω από κάποιο άλλο πρόσχημα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]