δικανίκιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δικανίκιον < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

δικανίκιον ουδέτερο

  1. σκήπτρο Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου
  2. ποιμαντορική ράβδος
  3. δεκανίκι