εγκληματία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
εγκληματία αρσενικό ή θηλυκό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του εγκληματίας
εγκληματία αρσενικό ή θηλυκό