ελληνικό
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ελληνικό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ελληνικό ουδέτερο, ενικός
- (λαϊκότροπο) ενικός του ελληνικά, η ελληνική γλώσσα
- ⮡ Ήρθα στην ταβέρνα σου για να ακούσω και να μιλήσω κανένα ελληνικό.