ερυθήματα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /e.ɾiˈθi.ma.ta/
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
ερυθήματα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ερύθημα