εὐχαρισία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εὐχαρισία < εὐχαρί(ζομαι) + -σία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εὐχαρισία θηλυκό

  1. ευγνωμοσύνη
  2. καλή διάθεση

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]