καλλιεργούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
καλλιεργούμαι, π.αόρ.: καλλιεργήθηκα, μτχ.π.π.: καλλιεργημένος
- παθητική φωνή του ρήματος καλλιεργώ
καλλιεργούμαι, π.αόρ.: καλλιεργήθηκα, μτχ.π.π.: καλλιεργημένος