κινήσεις
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]κινήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κινώ
- θα κινήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κινώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]κινήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κίνηση