λατρεμένων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
λατρεμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του λατρεμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του λατρεμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λατρεμένος