Μετάβαση στο περιεχόμενο

λογιστικό γεγονός

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λογιστικό γεγονός <  δείτε τις λέξεις λογιστικός και γεγονός

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

λογιστικό γεγονός

  • (λογιστική) οποιαδήποτε μεταβολή που μπορεί να επηρεάσει την τρέχουσα ή μελλοντική οικονομική κατάσταση μιας οικονομικής μονάδας
      Τα λογιστικά γεγονότα εξειδικεύονται σε κάθε είδους έσοδα, κέρδη, έξοδα, ζημιές, αγορές και πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεις και επιστροφές, φόρους, τέλη και εισφορές ασφαλιστικών οργανισμών.[1]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]