λογοπαικτώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λογοπαικτώ < λογοπαίκτης +

Ρήμα[επεξεργασία]

λογοπαικτώ

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]