μέμφομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μέμφομαι < αρχαία ελληνική (μέμφομαι)
Ρήμα[επεξεργασία]
μέμφομαι
[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc) [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
μέμφομαι