μαυροντύνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ma.vɾoˈdi.no.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μαυ‐ρο‐ντύ‐νο‐μαι
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
μαυροντύνομαι
- παθητική φωνή του ρήματος μαυροντύνω