μονοπατίτσιν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μονοπατίτσιν < μονοπάτ(ιν) + υποκοριστικό επίθημα -ίτσιν

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μονοπατίτσιν ουδέτερο