ναπάλμ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ναπάλμ < αγγλική na(phtenate) + palm(itate)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ναπάλμ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]