νεωλκούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ne.olˈku.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νε‐ωλ‐κού‐μαι
- ομόηχο: νεωλκούμε
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
νεωλκούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος νεωλκώ