πάρτυ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πάρτυ < (άμεσο δάνειο) αγγλική party

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πάρτυ ουδέτερο άκλιτο