παρολί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παρολί ουδέτερο άκλιτο
- στοίχημα που μεταφέρεται από την πρώτη ιπποδρομία στην δεύτερη και πολλαπλασιάζεται από τη μία στην άλλη (ιπποδρομία)