Κατηγορία:Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Ετυμολογία » Προέλευση λέξεων » από τα ιταλικά ««« « Ετυμολογία « Ιταλικά |
Η προέλευση των λέξων από γλώσσα σε γλώσσα έως την απώτατη αρχή τους με κάθε είδος ετυμολογικής σχέσης.
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 4 υποκατηγορίες, από 4 συνολικά.
Άρθρα στην κατηγορία "Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 1.614 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Α
- -α
- αβαντάρω
- αβάντζα
- αβαντζάρω
- αβάντζο
- αβάντι
- αβαντσάρω
- αβαράρω
- αβαρία
- αβαριάτος
- Αβελίνο
- Αβετσάνο
- Αβιλιάνο
- Άβολα
- αγάντα
- αγαντάρω
- άγαρμπος
- αγκουρέτο
- Αγκριτζέντο
- αγριολεβάντα
- α καπέλα
- ακομπανιαμέντο
- ακομπανιάριστος
- ακορντεόν
- ακόρντο
- ακοστάρω
- ακουαφόρτε
- αλά
- αλα-
- αλαγαλλικά
- αλαμπουρνέζος
- αλαμπρατσέτα
- αλάργα
- αλαργάρω
- Αλγκέρο
- αλεγκρέτο
- αλέγκρο
- αλεγράρω
- αλέγρος
- Αλέρτα
- αληγής
- αλιάδα
- αλισίβα
- Άλκαμο
- αλληλοκουρσεύομαι
- αλ ντέντε
- Αλταμούρα
- Αλτίνο
- άλτο
- αμάκα
- αμακατζής
- αμακατζού
- αμάμπιλε
- Αμερικανός
- αμολάρω
- αμολέρνω
- αμόρε
- αμορόζα
- άμπακας
- άμπακος
- αμπάρα
- ανέλο
- ανιολότο
- Ανκόνα
- αντάντε
- ανταντίνο
- αντάτζιο
- αντένα
- άντζα
- αντιθάλαμος
- αντίκα
- αντικάμαρα
- αντικομφορμίστας
- αντίο
- αντίπαπας
- αντιστικτικός
- αντίστιξη
- αντιστιξιακός
- Άντσιο
- αντσούγια
- Αόστη
- Αουγκούστα
- απίκο
- απούντο
- Απρίλια
- Αρέτσο
- άρια
- Αριάνο Ιρπίνο
- αριβεντέρτσι
- αριβίστας
- αριβίστικος
- αριόζο
- αρλεκίνος
- άρμα
- αρματόρος
- αρματούρα
- αρμόνικα
- αρμπαρόριζα
- αρμπουρέτο
- άρπα
- αρπέτζιο
- άρπισμα
- αρτίστα
- αρτίστας
- αρχικουρσάρος
- αρχιπέλαγος
- -άρω
- Ασίζη
- ασόλιαστος
- Άστι
- άταστος
- α τέμπο
- Ατέσα
- ατζέντης
- ατζιτάτο
- ατσελεράντο
- αφετουόζο
Β
- βαβουίνος
- βαγονέτο
- βαγόνι
- βαζελίνη
- βάζο
- βακέτα
- βαλεριάνα
- βαλίτσα
- βανίλια
- βαπόρι
- Βαράτσε
- βαρδαβέλα
- βάρδουλο
- βαρέλι
- βαρελότο
- βαρονέτος
- βαρονία
- Βάστο
- βατίστα
- βατσέλι
- βατσίνα
- βεγγέρα
- βεγόνια
- βεδουίνος
- βελέντζα
- βέλο
- Βενετσάνος
- βενζίνα
- βενζόη
- Βενιζέλος
- βεντάλια
- βεντέτα
- βέντο
- βεράντα
- Βερολίνο
- Βερόνα
- Βερτσέλι
- βέσπα
- βεστιάριο
- Βιαντάνα
- βίβα
- βιγόνια
- βιδάνιο
- Βιέννη
- βίζιτα
- βίλα
- βιμπράτο
- βιόλα
- βιολέτα
- Βιολέτα
- βιολοντσελίστας
- βιολοντσέλο
- βιράρω
- βιρτουόζος
- βιταμίνα
- Βιτέρμπο
- Βιτόρια
- Βιτσέντσα
- βίτσιο
- βιτσιόζος
- Βογκέρα
- βολτ
- βόλτα
- βολταϊκός
- βολτάρω
- Βολτέρα
- Βόλτρι
- βόμβα
- βομβάρδα
- Βόρας
- βοτίλια
- βουκαμβίλια
- βούρτσα
- βουρτσιά
- βουρτσίζω
- βρατσέρα