αλαμπρατσέτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αλαμπρατσέτα < (άμεσο δάνειο) ιταλική «a braccetto», υποκοριστικό του braccio (μπράτσο). Τροπή σε αλα- κατά το σχήμα άλλων ιταλικών εκφράσεων με το θηλυκό alla[1] και κατάληξη -έτα

Επίρρημα[επεξεργασία]

αλαμπρατσέτα και αλαμπράτσα

  • από το μπράτσο, αγκαζέ
    ※  Πάμε μια βόλτα αλαμπρατσέτα (στίχος από το τραγούδι Ματιές του Θανάση Γκαϊφύλλια)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]