Αλτζερίνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αλτζερίνος οι Αλτζερίνοι
      γενική του Αλτζερίνου των Αλτζερίνων
    αιτιατική τον Αλτζερίνο τους Αλτζερίνους
     κλητική Αλτζερίνε Αλτζερίνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αλτζερίνος < (άμεσο δάνειο) ιταλική algerino [1][2] → δείτε και Αλγερίνος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /al.d͡zeˈɾi.nos/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αλ‐τζε‐ρί‐νος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αλτζερίνος αρσενικό

  1. (εθνικό όνομα, ιδιωματικό, παρωχημένο) άλλη μορφή του Αλγερίνος
    ※  Ήταν λιοντάρι της ξηράς / της θάλασσας δελφίνι / τον τρέμαν σαν τον άκουγαν / και Τούρκοι και Αλτζερίνοι.
    Επικήδειος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (Φαλέζ) στον Ιωάννη Θεοφιλόπουλο, 1885. Όπως παρατίθεται στο «Καπετάν Τσάκαλος. Ο λησμονημένος πηδαλιούχος του Κανάρη που μαζί πυρπόλησαν την οθωμανική ναυαρχίδα. Για τα πολεμικά του κατορθώματα “δεν έλαβεν ούτε οβολόν”», mixanitouxronou.gr· πρόσβαση: 2021-11-09.
  2. (συνεκδοχικά) πειρατής[3]
    ※  Αυτοί οι τρομεροί άνθρωποι τρομοκρατούσανε τις Ελληνικές ακτές, κουρσεύοντας, σκοτώνοντας, καίγοντας και καταστρέφοντας ολόκληρους αιώνες. Γι' αυτό όλα τα παράλια χωριά της Ελλάδας είναι χτισμένα δυό ή τρία χιλιόμετρα στο εσωτερικό, συνήθως μ' έναν πύργο ή ένα μικρό οχυρό στη σκάλα, δίπλα στη θάλασσα, για να κρατήσουν τους επιδρομείς την ώρα που οι πολίτες παίρνανε τ' άρματά τους ή έφευγαν. «Πέσανε σαν Αλτζερίνοι», είναι ακόμα μια συνηθισμένη έκφραση.
    Πάτρικ Λη Φέρμορ, Μάνη, μετάφραση από τα αγγλικά: Τζαννής Τζαννετάκης (Αθήνα: Κέδρος, 2007 [α΄ έκδ. 1972], ISBN 978-960-04-0864-5), σ. 174.

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη Αλγερία

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. αλγερίνικος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. ΑλγερίνοςΓεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  3. «ἀλγερῖνος» – Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .