περιφρουρημένο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
περιφρουρημένο
- αιτιατική ενικού του περιφρουρημένος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του περιφρουρημένος