πραγματοποιήσεις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
πραγματοποιήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πραγματοποιώ
- θα πραγματοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πραγματοποιώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
πραγματοποιήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πραγματοποίηση