σιάχνομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈsça.xno.me/
Ρήμα[επεξεργασία]
σιάχνομαι, π.αόρ.: σιάχτηκα, μτχ.π.π.: σιαγμένος
- παθητική φωνή του ρήματος σιάχνω
σιάχνομαι, π.αόρ.: σιάχτηκα, μτχ.π.π.: σιαγμένος