σπανίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σπανίζω < αρχαία ελληνική σπανίζω < σπάνις

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /spaˈni.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σπα‐νί‐ζω

Ρήμα[επεξεργασία]

σπανίζω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]