σπινθηρίσματα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
σπινθηρίσματα ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σπινθήρισμα
σπινθηρίσματα ουδέτερο