στα τσακίδια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

< → δείτε τις λέξεις στα και τσακίδια

Έκφραση[επεξεργασία]

στα τσακίδια!

  • (μεταφορικά) αποδίδεται υβριστικά για την απομάκρυνση κάποιου, κατά την έννοια στη συνέχεια να πέσει και να τσακιστεί (π.χ. σε γκρεμό, πηγάδι κ.λπ.)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]