σφαγιασμένου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
σφαγιασμένου
- γενική ενικού, αρσενικού γένους του σφαγιασμένος
- γενική ενικού, ουδέτερου γένους του σφαγιασμένος