τετραπλασιασμένο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
τετραπλασιασμένο
- αιτιατική ενικού του τετραπλασιασμένος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του τετραπλασιασμένος