Авагян
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρωσικά (ru)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Авагян (ru) (Avagjan) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Авагяна, ονομ. πληθ.: Авагяны) [1]
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Авагов (Avágov, ρωσοποιημένη μορφή)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Авакян στη ρωσική Βικιπαίδεια
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός.