Акопян

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Акопян < αρμενική Հակոբյան (Hakobyan, Χακομπιάν)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɐkɐˈpʲan/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Акопян (ru) (Akopján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Акопяна, ονομ. πληθ.: Акопяны) [1]

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός, κατά το αρσενικό.