Алагян
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρωσικά (ru)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Алагян (ru) (Alagján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Алагяна, ονομ. πληθ.: Алагяны)[1]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός, κατά το αρσενικό.