Μετάβαση στο περιεχόμενο

کوفتن

Από Βικιλεξικό

Περσικά (fa)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
کوفتن < (κληρονομημένο) μέση περσική 𐭪𐭥𐭯𐭲𐭭‎ (kōftan, χτυπάω, συντρίβω) [1]

کوفتن (fa) (kuftan)

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. σελ. 51@books.google - MacKenzie, David Neil (2014) A concise Pahlavi dictionary (Συνοπτικό λεξικό μέσης περσικής Παχλαβί-αγγλικής γλώσσας), Νέα Υόρκη: Routledge. 1η έκδοση:1971.