ἀεί
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀεί < πρωτοελληνική *aiweí < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂eyu- < *h₂ey- (ζωή, ζωτική δύναμη)
Επίρρημα
[επεξεργασία]ἀεί (χρονικό επίρρημα)
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- ἀέ
- δωρικός τύπος : ἀές
- αἰέ
- επικός, ποιητικός & ιωνικός τύπος : αἰεί
- ομηρικός τύπος: αἰέν
- δωρικός τύπος : αἰές
- αἰή
- αιολικός τύπος : αἶι
- βοιωτικός τύπος : ἠι
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- ἀεί - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀεί - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.