ἐν ὀλίγοις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ἐν ὀλίγοις < → δείτε εν ολίγοις
Επίρρημα[επεξεργασία]
ἐν ὀλίγοις
- (καθαρεύουσα) → δείτε εν ολίγοις
- Δὲν θὰ συνοψίσω ἐνταῦθα πάντα τὰ ἐπιχειρήματα καὶ τοὺς σοφοὺς συλλογισμοὺς τοῦ σοφοῦ τοῦ αἰῶνος, ἀλλὰ θὰ διατυπώσω ἐν ὀλίγοις τὰ συμπεράσματα τῆς μακρᾶς καὶ ἐκτενοῦς συζητήσεως τῆς περιεχομένης ἐν τῷ Ε′ βιβλίῳ τοῦ προμνησθέντος συγγράμματος.
- ≈ συνώνυμα: δι᾿ ὀλίγων
- ≠ αντώνυμα: ἐν πολλοίς
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ἐν ὀλίγοις
|