ἐπιχώννυμι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἐπιχώννυμι < ἐπi- + χώννυμι < χόω

Ρήμα[επεξεργασία]

ἐπιχώννυμι

  1. συσσωρεύω χώματα
  2. σκεπάζω με χώμα
  3. γεμίζω, πληρώ

Κλίση[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]