ἑκατόβαθμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἑκατόβαθμος < ἑκατόν + βαθμός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.kaˈto.vaθ.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐κα‐τό‐βαθ‐μος

Επίθετο[επεξεργασία]

ἑκατόβαθμος, -η, -ον