Μετάβαση στο περιεχόμενο

ἡλίου τέλλοντος

Από Βικιλεξικό

Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἡλίου τέλλοντος: ἡλίου, γενική ενικού του ἥλιος & τέλλοντος, γενική ενικού αρσενικού της μετοχής τέλλων του τέλλω στη σημασία: ανατέλλω. Γενική ενικού  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;   χαρακτηρισμός σύνταξης

Έκφραση

[επεξεργασία]

ἡλίου τέλλοντος