ἶδος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἶδος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἶδος, -εος ουδέτερο
- έντονη θερμότητα
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, (αποδίδεται) Ἀσπὶς Ἡρακλέουςw, 397 (396-397)
- καί τε πανημέριός τε καὶ ἠῷος χέει αὐδὴν | ἴδει ἐν αἰνοτάτῳ, ὅτε τε χρόα Σείριος ἄζει,
- κι όλη τη μέρα απ᾽ την αυγή το άσμα του σκορπάει | μέσα στην κάψα τη φριχτότερη, όταν ο Σείριος το δέρμα το ξεραίνει,
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- καί τε πανημέριός τε καὶ ἠῷος χέει αὐδὴν | ἴδει ἐν αἰνοτάτῳ, ὅτε τε χρόα Σείριος ἄζει,
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, (αποδίδεται) Ἀσπὶς Ἡρακλέουςw, 397 (396-397)
- ιδρώτας
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ἶδος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἶδος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.