DJ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
DJ | DJs |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈdi(ː)(.)d͡ʒeɪ/
Συντομομορφή[επεξεργασία]
DJ (en) αρκτικόλεξο
- (μουσική) συντομογραφία του disc jockey, ντιτζέι