Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Google < googol
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Google (en) ουδέτερο άκλιτο
- (πληροφορική) εταιρεία που παρέχει υπηρεσίες όπως αναζήτηση και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μέσω του διαδίκτυου
- upload your content on Google
- upload your content to Google Drive
- drag files into Google Drive
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη google (ρήμα)
-
Google στην αγγλική Βικιπαίδεια
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Google (fr) αρσενικό
- δείτε το αγγλικό λήμμα