I'm

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
I'm: συναίρεση του I + 'm (am)

Συγχώνευση

[επεξεργασία]

I'm (en)

  • (εγώ) είμαι
    I'm very happy today.
    Είμαι πολύ χαρούμενος σήμερα.